Το Δάσος της Στροφυλιάς βρίσκεται στο Δήμο Δυτικής Αχαΐας της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας. Βρίσκεται εντός του Εθνικού Πάρκου υγροτόπων Κοτυχίου Στροφυλιάς που πρόκειται για ένα δίκτυο λιμνοθαλασσών, λιμνών, ελών και δασών, κατά μήκος των βορειοδυτικών ακτών της Πελοποννήσου. Πρόκειται για παραθαλάσσιο δάσος που μαζί με τη λιμνοθάλασσα Κοτυχίου αποτελούν το ομώνυμο Εθνικό Πάρκο (από το 2009). Το δάσος καλύπτει περί τα 22.000 στρέμματα και συνορεύει με τη λιμνοθάλασσα Κοτυχίου, το έλος της Λάμιας, τη λίμνη Προκόπου και το Ιόνιο πέλαγος. Έχει μήκος περίπου 14χλμ. και μέσο πλάτος 1250μ. Στο προστατευμένο οικοσύστημα παρατηρούνται συγκεντρώσεις υφάλμυρου και γλυκού νερού, με το δεύτερο να διασφαλίζεται από το υδρολογικό σύστημα της Καλογριάς και την ύπαρξη ασβεστολιθικών μαζών (από τα παρακείμενα Μαύρα Βουνά), οι οποίες συντηρούν τη ροή του τους καλοκαιρινούς μήνες. Το δάσος συνθέτουν εκτάσεις χαλεπίου πεύκης, κουκουναριάς και βελανιδιάς σε αμιγής και ανάμικτες συγκεντρώσεις. Μεγαλύτερη συγκέντρωση παρατηρείται στην έκταση της χαλεπίου πεύκης, ενώ οι κουκουναριές φθίνουν με την πάροδο του χρόνου. To δάσος μαζί με τη λιμνοθάλασσα αποτελεί ένα σημαντικό ζωντανό οικοσύστημα που έχει χαρακτηριστεί καταφύγιο άγριας ζωής και φιλοξενεί πολλά άγρια είδη. Στο δάσος απαντώνται πολλά είδη πτηνών, ερπετών και μικρών θηλαστικών, οι πληθυσμοί των ζώων ωστόσο φθίνουν λόγω της υπερβόσκισης που περιορίζει την τροφή των φυτοφάγων, των οποίων η πληθυσμιακή ελάττωση σημαίνει λιγότερα θηράματα για τα σαρκοφάγα. Τα τοξικά προϊόντα που χρησιμοποιούνται στις καλλιέργειες έχουν επίσης συμβάλλει στην ελάττωση των πληθυσμών των ζώων. Πάντως στις παρυφές του δάσους, όπου υπάρχουν ξύλινοι φράχτες για οικόσιτα ζώα, απαντάται το σαμιαμίδι κλινταράκι ή ταρέντολα, το μεγαλύτερο στην Ελλάδα. Το δάσος της Στροφυλιάς είναι μια από τις ελάχιστες περιοχές στην Ελλάδα που ενδημεί αυτό το ευάλωτο και προστατευόμενο είδος. Η σημασία του συγκεκριμένου δάσους έχει οικολογικό αντίκτυπο σε όλη την Ευρώπη καθώς αποτελεί βιότοπο σπάνιων πτηνών, ειδών πανίδας και χλωρίδας. Στη περιοχή απαντώνται 60 είδη πτηνών, 5 είδη θηλαστικών και 7 είδη αμφίβιων ερπετών. Η περιοχή προστατεύεται από τη Σύμβαση Ραμσάρ (Διεθνής Σύμβαση Υγροβιοτόπων, 1971)[2] και είναι ενταγμένη στο Δίκτυο Natura 2000[3]. To 2002 ιδρύθηκε ο Φορέας Διαχείρισης Υγροτόπων Κατοχίου-Στροφυλιάς με σκοπό τη σωστή διαχείριση ολόκληρης της περιοχής. Το Δάσος της Στροφυλιάς έχει αναγνωριστεί ως Εθνικό Πάρκο το οποίο περιλαμβάνει συγκεκριμένες δράσεις και ειδικές ζώνες προστασίας. Οι κύριοι δρόμοι που έχουν δημιουργηθεί κατά μήκος του δάσους είναι αντιπυρικές ζώνες για τη προστασία της περιοχής. Όλοι οι υπόλοιποι δρόμοι που υπάρχουν εντός του δάσους έχουν διανοικτεί αυθαίρετα από κατοίκους της περιοχής για την προσωπική τους εξυπηρέτηση. Όσον αφορά τη σύσταση του εδάφους έχει υποστεί βλάβες εξαιτίας της αλόγιστης χρήσης λιπασμάτων έτσι οι αρνητικές επιπτώσεις μεταφέρονται σε ολόκληρο το οικοσύστημα του υγροβιότοπου. Παρατηρούνται βαρέα μέταλλα, οξίνιση του εδάφους εξαιτίας των αζωτούχων λιπασμάτων, αλάτωση του χώματος και παραγωγή νιτρώδους οξέος. Η βλάστηση είναι πυκνή κατά μήκος μεγάλων εκτάσεων, δεν είναι θαμνώδης αλλά αποτελείται από μακία βλάστηση και φρύγανα. Έχουν καταγραφεί συγκεκριμένα θηλαστικά είδη: σκαντζόχειρος, λαγός, νυφίτσα, κουνάβι, νυχτερίδες σπάνιων ειδών (τρανορινόλοφος, μεσορινόλοφος, μικρομυωτίδα), τσακάλι (κυρίως στα Μαύρα Βουνά και εντός του Ναυτικού χώρου του Αράξου. Το δάσος και η περιοχή της Λιμνοθάλασσας καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις δραστηριότητες των κατοίκων της περιοχής. Οι περισσότεροι ασχολούνται με τις καλλιέργειες και την αλιεία. ΠΗΓΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ